25 Οκτωβρίου, 2022
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί το συχνότερο κακόηθες νεόπλασμα μεταξύ των γυναικών και δεύτερη αιτία θανάτου από καρκίνο, μετά τον καρκίνο του πνεύμονα.
Τα στατιστικά στοιχεία μας δείχνουν οτι, παρά την ελάττωση του συνολικού αριθμού των καρκίνων τη δεκαετία του 1990, ο καρκίνος του μαστού αυξήθηκε κατά 40%την τελευταία 25ετία.
Στην Ελλάδα η συχνότητά του έχει αυξηθεί επίσης σημαντικά, πλησιάζοντας τις 4000 περιπτώσεις ετησίως.
Υπολογίζεται ότι 1 στις 8 γυναίκες έχει πιθανότητα να αναπτύξει καρκίνο του μαστού, στη διάρκεια της ζωής της.
Η διαπίστωση όμως σήμερα, οτι οι θάνατοι από καρκίνο του μαστού μειώνονται σταθερά κάθε χρόνο, είναι αρκετά ενθαρρυντική.
Αυτό φυσικά οφείλεται σε νέες και εξελιγμένες μεθόδους διάγνωσης, όπως η ψηφιακή μαστογραφία και η μαγνητική μαστογραφία, οι οποίες επιτρέπουν την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου σε αρχικό στάδιο, με αποτέλεσμα οι περισσότερες ασθενείς να θεραπεύονται πλήρως και να συνεχίζουν κανονικά τη ζωή τους.
Ο καρκίνος του μαστού αφορά στην ανώμαλη ανάπτυξη των κυττάρων που περιβάλλουν τους γαλακτοφόρους αγωγούς κι αδένες του μαστού. Ενίοτε έχει ως αφετηρία το λιπώδη και ινώδη ιστό του μαστού.
Τα καρκινικά κύτταρα αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα και με την πάροδο του χρόνου μπορούν να εξαπλωθούν στον περιβάλλοντα ιστό του μαστού.
Τότε ο καρκίνος ονομάζεται διηθητικός κι έχει τη δυνατότητα να εξαπλωθεί και σε άλλα μέρη του σώματος.
Τα καρκινικά κύτταρα μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο επιθετικά και έχουν συχνά τη δυνατότητα να διαιρούνται πολύ γρήγορα και κάποια από αυτά να εξαπλώνεται και πέραν του μαστού σε άλλα τμήματα του οργανισμού, δηλαδή να δίνουν μεταστάσεις.
Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες που έχουν οικογενειακό ιστορικό (μητέρα ή αδερφή που εμφάνισαν τη νόσο, ιδίως αν η εμφάνιση έγινε σε νεαρή ηλικία, καθώς μπορεί να σχετίζεται με παρουσία μεταλλαγμένων γονιδίων BRCA-1 και BRCA-2), στις γυναίκες που δεν τεκνοποίησαν ή που γέννησαν το πρώτο τους παιδί μετά τα τριάντα, καθώς και σε αυτές που είχαν πρόωρη εμμηναρχή ή καθυστερημένη εμμηνόπαυση. Σύγχρονες έρευνες αναδεικνύουν επίσης τον επιβαρυντικό ρόλο του καπνίσματος, της παχυσαρκίας και της μειωμένης φυσικής άσκησης στην εμφάνιση του καρκίνου του μαστού. Οι γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία θώρακος-μεσοθωρακίου στην παιδική ή εφηβική ηλικία (συνήθως για τη θεραπεία λεμφώματος) έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού στην ενηλικίωση. Τέλος, ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού είναι ιδιαίτερα υψηλός σε γυναίκες με δύο παθήσεις, που ονομάζονται άτυπη λοβιακή υπερπλασία και άτυπη υπερπλασία των πόρων Καρκίνος του μαστού μπορεί να αναπτυχθεί και στους άνδρες, αλλά είναι εξαιρετικά σπάνιος.
Ο πιο συχνός τύπος μη διηθητικού καρκίνου του μαστού, δηλαδή που δεν έχει εξαπλωθεί έξω από τους λοβούς ή τους γαλακτοφόρους αγωγούς, ονομάζεται μη διηθητικό πορογενές καρκίνωμα του μαστού (Ductal Carcinoma in Situ, DCIS). Αποτελεί την πιο πρώιμη μορφή καρκίνου του μαστού.
Λιγότερο κοινός τύπος, είναι το μη διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα του μαστού (Lobular Carcinoma In Situ, LCIS), το οποίο αφορά στο σχηματισμό κυττάρων στους λοβούς που μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για ανάπτυξη καρκίνου. Ωστόσο, από μόνα τους τα κύτταρα αυτά δεν συνιστούν καρκίνο.
Σπανιότερος τύπος είναι η λεγόμενη νόσος του Paget, κατά την οποία προκαλείται ένα κόκκινο φολιδωτό εξάνθημα στο δέρμα της θηλής και συνήθως συνδέεται με DCIS ή διηθητικό καρκίνο του μαστού.
Ο πιο συνηθισμένος τύπος διηθητικού καρκίνου του μαστού είναι ο διηθητικός πορογενής. Ο εν λόγω τύπος έχει ως αφετηρία τα κύτταρα των γαλακτοφόρων πόρων και έχει συνήθως μια εστία στον ένα μαστό. Δεν αποκλείεται όμως να έχει και δεύτερο στον ίδιο ή τον έτερο μαστό.
Ο διηθητικός λοβιακός καρκίνος του μαστού είναι λιγότερο συχνός κι έχει ως αφετηρία τους γαλακτοπαραγωγούς αδένες των λοβών. Ενίοτε εντοπίζεται και στους δυο μαστούς (αμφοτερόπλευρος).
Ο φλεγμονώδης καρκίνος του μαστού είναι εξαιρετικά σπάνιος και επιθετικός κι ονομάζεται έτσι επειδή το στήθος εμφανίζει φλεγμονή κι ερυθρότητα και πρήζεται.
Σε πρώιμο στάδιο, ο καρκίνος του μαστού δεν προκαλεί συμπτώματα. Αυτά εμφανίζονται συνήθως όταν ο όγκος μεγαλώσει αρκετά ώστε να γίνει αισθητός ως μόρφωμα στο στήθος ή όταν ο καρκίνος εξαπλώνεται στους γύρω ιστούς και όργανα.
Το πιο κοινό σύμπτωμα πορογενούς καρκίνου του μαστού είναι ένα σταθερό ή σκληρό μόρφωμα, το οποίο φαίνεται σαφώς διαφορετικό από το υπόλοιπο στήθος και προσκολλημένο στο δέρμα ή στον περιβάλλοντα ιστό του μαστού.
Το μόρφωμα δε μικραίνει σε μέγεθος ούτε έρχεται και φεύγει με την έμμηνο ρύση. Μπορεί να είναι μαλακό στην υφή του και συνήθως δεν προκαλεί πόνο.
Στο λοβιακό καρκίνωμα συνήθως δεν σχηματίζεται κάποιο μόρφωμα, αλλά ο ιστός στο στήθος να γίνεται παχύτερος ή πιο σκληρός.
Στο φλεγμονώδη καρκίνο του μαστού, το στήθος είναι ζεστό κι εμφανίζει ερυθρότητα και οίδημα, όπως αν είχε κάποια μόλυνση. Η θηλή μπορεί να περιστραφεί προς τα μέσα (αναστροφή) και να έχει εκκρίσεις υγρών. Συνήθως, δε γίνεται αισθητό κάποιο μόρφωμα στο μαστό, αλλά διογκώνεται ολόκληρο το στήθος.
Η διάγνωση για καρκίνο του μαστού περιλαμβάνει λεπτομερή φυσική εξέταση και λήψη πλήρους ιστορικού από γιατρό, ο οποίος ενδέχεται να προτείνει τις ακόλουθες εξετάσεις:
Προτείνεται να γίνεται έλεγχος για μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1/BRCA2 σε γυναίκες που εμφάνισαν καρκίνο του μαστού πριν τα 45 έτη ή τριπλά αρνητικό καρκίνο του μαστού πριν τα 60 ή σε γυναίκες με καρκίνο μαστού ανεξαρτήτως ηλικίας όταν συνυπάρχει ισχυρό οικογενειακό ιστορικό καρκίνων μαστού, ωοθηκών, παγκρέατος, ή μεταστατικού καρκίνου προστάτη ή όταν συνυπάρχει ατομικό αναμνηστικό καρκίνου ωοθηκών ή δεύτερου καρκίνου μαστού. Θα πρέπει επίσης να υποβάλλονται σε έλεγχο γυναίκες με καρκίνο του μαστού όταν υπάρχει γνωστή μετάλλαξη BRCA σε άλλο μέλος της οικογένειας. Επίσης, ο έλεγχος προτείνεται σε άντρες ασθενείς με καρκίνο μαστού.
Η βέλτιστη προσέγγιση για τη διαχείριση ασθενών με καρκίνο του μαστού απαιτεί τη συνεργασία ειδικών από διάφορες ιατρικές ειδικότητες.
Ωστόσο, η χειρουργική επέμβαση διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο, καθώς οι κακοήθεις όγκοι πρέπει να αφαιρούνται μαζί με ένα τμήμα ή εξ ολοκλήρου τον ένα ή και τους δυο μαστούς, καθώς και γειτονικούς λεμφαδένες που μπορεί να έχουν εκτεθεί στη νόσο.
Ανάλογα με τον τύπο του καρκίνου, το μέγεθος του όγκου, την ύπαρξη διηθημένων λεμφαδένων τοπικά ή την ύπαρξη απομακρυσμένων μεταστάσεων ο χειρουργός από κοινού με την ασθενή αποφασίζουν τη θεραπευτική διαδικασία, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει επέμβαση διατήρησης του μαστού με καλό αισθητικό αποτέλεσμα, χωρίς καμία επίπτωση στο ογκολογικό αποτέλεσμα και την πρόγνωση επιβίωσης.
Η χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού μπορεί να περιλαμβάνει επεμβάσεις διατήρησης του μαστού ή ριζικές επεμβάσεις.