O διαβήτης κύησης (gestational diabetes) είναι ο διαβήτης που εμφανίζεται αποκλειστικά στην διάρκεια της εγκυμοσύνης σε γυναίκες που δεν έχουν προηγούμενο ιστορικό διαβήτη.
Ως διαβήτης κύησης ορίζεται οποιαδήποτε διαταραχή στον μεταβολισμό της γλυκόζης που εμφανίζεται στην κύηση, συνήθως στο τέλος του 2ου τριμήνου.
Κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης ο πλακούντας παράγει ορμόνες που βοηθούν στην ανάπτυξη του εμβρύου. Οι ορμόνες αυτές κάνουν πιο δύσκολη την δράση της ινσουλίνης(προκαλώντας αντίσταση στην ινσουλίνη) στο σώμα, με αποτέλεσμα το πάγκρεας να μην μπορεί να ανταπεξέλθει στις αυξημένες αυτές ανάγκες, προκαλώντας αύξηση στα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα.
Ο διαβήτης κύησης εμφανίζεται περίπου στο 4-8 % των κυήσεων (περίπου 2 στις 10 εγκύους θα εμφανίσουν διαβήτη στην εγκυμοσύνη) και εμφανίζεται συχνότερα προς το τέλος του β’ τριμήνου της εγκυμοσύνης.
Υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες κινδύνου που αυξάνουν την πιθανότητά εμφάνισης του διαβήτη κύησης όπως οι παρακάτω:
Κάθε γυναίκα πρέπει να ελέγχεται στο πρώτο τρίμηνο της κύησης με έλεγχο σακχάρου νηστείας (ή γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης), ώστε να ανευρεθούν οι γυναίκες με προϋπάρχοντα διαβήτη που δεν έχουν διαγνωσθεί ακόμη, ή εκείνες με αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη σακχαρώδη διαβήτη κύησης.
Εάν το σάκχαρο νηστείας είναι >92 mg/dl, η έγκυος θεωρείται ότι πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη (κύησης ή προϋπάρχοντα, ανάλογα με τα επίπεδα του σακχάρου) και πρέπει να συμβουλευθεί άμεσα ενδοκρινολόγο για την έναρξη κατάλληλης αγωγής.
Εάν το σάχκαρο είναι φυσιολογικό στην πρώτη φάση, γίνεται επανέλεγχος μεταξύ της 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης (οπότε και εμφανίζεται ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης) με καμπύλη σακχάρου σε όλες τις εγκύους. Σύμφωνα με τα νέα κριτήρια, προτείνεται η καμπύλη μετά από πρόσληψη 75 γραμμαρίων γλυκόζης και έλεγχο σακχάρου νηστείας, μιας και δύο ωρών μετά. Εάν έστω και μια τιμή σακχάρου είναι ίση ή μεγαλύτερη με τα θεσπισμένα όρια, τότε μπαίνει η διάγνωση ΣΔ κύησης.
Κριτήρια διάγνωσης:
Αρχικά η ισορροπημένη διατροφή με ελεγχόμενη ποσότητα υδατανθράκων (όχι πάνω από 40% των ημερησίων θερμίδων) είναι το πιο σημαντικό βήμα. Θα πρέπει να αποφεύγουμε τα υποκατάστατα ζάχαρης ενώ θα πρέπει να καταναλώνουμε περισσότερο λαχανικά, φρούτα ,φρέσκα ψάρια και άπαχα κρέατα. Προτιμούμε γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά όπως άπαχο γάλα και τυρί χαμηλών λιπαρών.
Τα γεύματα πρέπει να είναι συχνά και τακτικά κατά τη διάρκεια της ημέρας για να αποφεύγονται μεγάλες διακυμάνσεις στο σάκχαρο. Είναι απαραίτητο η έγκυος να κρατά ημερολόγιο με τη διατροφή και τις μετρήσεις σακχάρου ώστε να μπορούν να γίνουν τροποποιήσεις αν η δίαιτα δεν είναι αποτελεσματική.
Η τακτική άσκηση (έστω και 20 λεπτά την ημέρα) ενδείκνυται στην κύηση αν δεν υπάρχουν επιπλοκές.
Βοηθάει να ελαττωθεί η αντίσταση στην ινσουλίνη, να βελτιωθεί η υπεργλυκαιμία μετά τα γεύματα
και να αποφύγουμε την υπερβολική αύξηση του βάρους.
Ο τακτικός καθημερινός έλεγχος του σακχάρου (τουλάχιστον 4 φορές την ημέρα) είναι απαραίτητος για να εκτιμήσουμε αν η θεραπευτική αγωγή είναι αποτελεσματική, χωρίς υπερβολική στέρηση. Το σάκχαρο πρέπει να ελέγχεται κάθε πρωί, πριν το φαγητό, και μια ώρα μετά από κάθε μεγάλο γεύμα. Τα επίπεδα του σακχάρου πρέπει να είναι:
Μία στις πέντε γυναίκες με διαβήτη κύησης θα χρειαστούν θεραπεία με φάρμακα ή ινσουλίνη, σε συνδυασμό πάντα με υγιεινή διατροφή και άσκηση. Η ινσουλίνη είναι πολύ ασφαλής στην εγκυμοσύνη και δεν περνάει τον πλακούντα. Πριν όμως ξεκινήσει ινσουλίνη, θα πρέπει η έγκυος να συζητήσει με τον ιατρό της περισσότερες λεπτομέρειες για τους τύπους της ινσουλίνης και τον τρόπο δράσης τους, πότε και πώς λαμβάνεται, πώς διατηρείται, και για πιθανές παρενέργειες όπως η υπογλυκαιμία και πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται.
Ορισμένες φορές ο Σακχαρώδης διαβήτης κύησης μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα, ιδιαίτερα αν δεν γίνει έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση. Αν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα είναι πολύ υψηλά, το έμβρυο παράγει περισσότερη ινσουλίνη, κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο να είναι υπερβολικά μεγάλο και να εμφανίσει μακροσωμία (>4 Kg βάρος γέννησης) ,με αποτέλεσμα να χρειαστεί καισαρική τομή ή να έχει προβλήματα μετά τη γέννησή του (π.χ. υπογλυκαιμία, αναπνευστική δυσχέρεια). Επίσης, σε περιπτώσεις αρρύθμιστου διαβήτη κύησης μπορεί να εμφανισθούν σοβαρά προβλήματα στην έγκυο (π.χ. ανάπτυξη προεκλαμψίας, πρόωρος τοκετός).Γι’ αυτό τον λόγο οι γυναίκες με διαβήτη κύησης χρειάζονται στενή υπερηχογραφική παρακολούθηση της ανάπτυξης του εμβρύου καθώς και συχνó καρδιοτοκογραφικó έλεγχο στο τέλος της κύησης.
Παρακολουθούμε τα σάκχαρα για τις πρώτες 2-3 ημέρες μετά τον τοκετό με ελεύθερη δίαιτα. Αν είναι φυσιολογικά, σταματά ο καθημερινός έλεγχος σακχάρου και η διαβητική διατροφή.
Σε 6 με 8 εβδομάδες μετά τον τοκετό πρέπει να επαναλάβουμε την καμπύλη σακχάρου για να επιβεβαιώσουμε ότι δεν παραμένει κάποια διαταραχή στον μεταβολισμό της γλυκόζης. Αν το τεστ είναι φυσιολογικό τότε πρέπει να γίνεται έλεγχος του σακχάρου νηστείας (ή/και καμπύλη σακχάρου σε γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο) στους 6 μήνες και κάθε χρόνο μετά, καθώς υπάρχει αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2 στα επόμενα χρόνια.